Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τὰ χαλεπώτατα

См. также в других словарях:

  • χαλεπώτατα — χαλεπός difficult adverbial superl χαλεπός difficult neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαλεπωτάτας — χαλεπωτάτᾱς , χαλεπός difficult fem acc superl pl χαλεπωτάτᾱς , χαλεπός difficult fem gen superl sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκτίκτω — ἐκτίκτω (Α) 1. τίκτω, γεννώ (α. «τὰ μὲν οὖν θήλεα χαλεπώτατα, ὅταν ἐκτέκωσι πρῶτον» Αριστ. β. «Ζαχαρίας Ίωάννην ἐκτέτοκεν», Μηναία, Ωδή 3) 2. μτφ. διαμορφώνω γνώμη …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»